Με χαρά και ικανοποίηση είχαν ακούσει οι κάτοικοι της περιοχής τα νέα για την επαναλειτουργία του Green Park. Ένα καφενείο/εστιατόριο μέσα στον χώρο του δάσους του Πεδίου του Άρεως θα μπορούσε να λειτουργήσει ως εστία διαφυγής και αναψυχής για τους κατοίκους των πυκνοκατοικημένων περιοχών της Κυψέλης, της Πλατείας Βικτωρίας και των Εξαρχείων. Δυστυχώς όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, αυτό που είχε ξεκινήσει ως ωραίο όνειρο μετατρέπεται σιγά σιγά σε εφιάλτη.
Κατ’ αρχάς, αντί να λειτουργήσει ως ένα λαϊκό καφενείο/εστιατόριο, το οποίο να απευθύνεται στη μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων των γύρω περιοχών, λειτουργεί πλέον ως ένα πανάκριβο κέντρο, το οποίο προσπαθεί να προσελκύσει κόσμο από όλα τα μήκη και τα πλάτη του λεκανοπεδίου, για να αποσβέσει τις φαραωνικού τύπου, ψευδο-γκλαμουράτες εγκαταστάσεις. Εδώ, βέβαια, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι αυτή είναι μια επιχειρηματική επιλογή, η οποία είναι θεμιτή. Αν κάποιος ενοχλείται από τις τιμές ή την αισθητική, μπορεί κάλλιστα να μην επισκεφτεί το κέντρο. Αυτό είναι σωστό. Αυτό όμως που δεν είναι σωστό ή θεμιτό είναι η διάπραξη παρανομιών. Αναφερόμαστε συγκεκριμένα:

Αν κάποιος συγκρίνει τις φωτογραφίες του περιβάλλοντος χώρου του Green Park, πριν και μετά τη λειτουργία του κέντρου, μέσω του Google Earth, θα ανατριχιάσει (φωτο 1, 2). Οι εικόνες μιλάνε όσο χίλιες λέξεις. Η αποψίλωση που έχει συντελεστεί είναι τρομακτική και σοκαριστική. Μια κατάφυτη περιοχή έχει μετατραπεί σε κρανίου τόπο. Προκειμένου να εγκατασταθούν οι τεράστιες πλατφόρμες, τα «ενοχλητικά» δέντρα κόπηκαν και απομακρύνθηκαν (φωτο 3, 4).




Στο Green Park τίποτα από αυτά δεν τηρείται. Πριν από τις 11.00 μ.μ. η ένταση φτάνει περίπου το διπλάσιο της επιτρεπόμενης, ενώ μετά από τις 11.00 μ.μ., η ένταση απλώς χαμηλώνει ελαφρά και συνεχίζεται ως τις 2.00 π.μ. Επιπρόσθετα, πέρα από την καθημερινή μετατροπή του κέντρου σε μια τεράστια υπαίθρια ντισκοτέκ, σε συγκεκριμένες ημέρες έχουν θεσμοθετηθεί και συναυλίες (φωτο 5), οπότε η ένταση της μουσικής αυξάνεται ακόμη περισσότερο. Οι κάτοικοι των απέναντι πολυκατοικιών υποφέρουν, γιατί, αν θέλουν λίγη ησυχία, πρέπει να φύγουν από τα μπαλκόνια τους, να κλείσουν τελείως τις μπαλκονόπορτες και να ζήσουν με τον κλιματισμό! Στις διαμαρτυρίες των περίοικων, οι υπεύθυνοι του καταστήματος ανταποκρίνονται είτε με ήπια κοροϊδία («θα το φροντίσουμε», «θα φέρουμε τον ηχολήπτη να το ρυθμίσει») είτε με επιθετική κοροϊδία («μα δεν έχουμε μουσική!»).


Τις βραδινές ώρες εμφανίζονται ένας ή περισσότεροι υπάλληλοι του καταστήματος, οι οποίοι λειτουργούν ως αρμόδιοι παρκαδόροι και φέρουν μάλιστα και ολόκληρη ταμπέλα με την ένδειξη parking. Αυτοί καταλαμβάνουν παράνομα με κώνους όσο περισσότερες θέσεις μπορούν μπροστά και πέρα από το κατάστημα, αποκλείοντας από τους περιοίκους τη δυνατότητα να σταθμεύσουν αυτοί στις επιτρεπόμενες θέσεις στάθμευσης του δρόμου. Επιπλέον, όταν υπάρχουν αρκετά αυτοκίνητα, σχηματίζουν και μια δεύτερη σειρά, καταλαμβάνοντας μια λωρίδα κυκλοφορίας (φωτο 6) και δημιουργώντας έτσι προϋποθέσεις ατυχήματος. Και όλα αυτά ενώ ακριβώς απέναντι υπάρχει κλειστός φυλασσόμενος χώρος στάθμευσης, το Polis Parking. Αλλά, αν κάποιοι έχουν μάθει ότι έτσι λειτουργούν τα «μαγαζά»…
